Οστικά Ελλείματα – Ανύψωση Ιγμορείου

Οστικά Ελλείματα

Συντριπτικές κακώσεις των οστών του σκελετού του προσώπου, παθολογικές βλάβες και χρόνιες φλεγμονές των γνάθων έχουν σαν αποτέλεσμα την οστική απώλεια και κατ’ επέκταση τη διαταραχή της λειτουργικότητας και της αισθητικής του προσώπου.

Σκοπός μας είναι η αποκατάσταση της αρχιτεκτονικής των σκελετικών δομών του προσώπου και των γνάθων με τη χρήση διαφόρων μεθόδων χειρουργικής. Yπάρχουν διάφοροι τύποι μοσχευμάτων που μπορεί κανείς να χρησιμοποιήσει.

Πιστεύουμε ότι με τη χρήση αυτομοσχευμάτων, δηλαδή οστικών μοσχευμάτων από τον ίδιο τον ασθενή, επιτυγχάνουμε το στόχο μας με την καλύτερη πρόγνωση και τις λιγότερες επιπλοκές.

Τα οστικά αυτομοσχεύματα τα συλλέγουμε από την κάτω γνάθο, την άνω γνάθο, το κρανίο, τη λαγόνιο ακρολοφία και την κνήμη.

Η πηγή του μοσχεύματος εξαρτάται από πολλούς παράγοντες και πάντα επιλέγεται η πιο κατάλληλη πηγή μοσχεύματος για το πρόβλημα του ασθενούς, εκτιμώντας πάντα όλες τις παραμέτρους και τις δυσκολίες, ώστε να επιτυγχάνουμε κάθε φορά το ιδανικό αποτέλεσμα.

Η χρήση των αυτογενών μοσχευμάτων υπερτερεί από όλα τα άλλα μοσχεύματα διότι είναι απόλυτα συμβατό με τον ασθενή, αντέχει σε πιθανές λοιμώξεις και έχει καλή πρόβλεψη για την αποκατάσταση.

Οι επεμβάσεις αυτές γίνονται είτα στο περιβάλλον του ιατρείου η σε Νοσοκομειακό περιβάλλον με βραχεία νοσηλεία (δηλ.νοσηλεία μιας ημέρας) με τοπική ή γενική αναισθησία.

Για περισσότερες πληροφορίες δείτε την παρακάτω παρουσίαση με τίτλο: Τεχνικές λήψεις, ενδείξεις και κριτήρια επιλογής αυτογενών μοσχευμάτων

Ανύψωση ιγμορείου

Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μία μεγάλη ζήτηση για την επέμβαση ανύψωσης του ιγμορείου. Τι εννοούμε λέγοντας ανύψωση ιγμορείου και σε ποιες περιπτώσεις συνιστάται αυτή;

Το ενδιαφέρον έχει προκύψει από την ανάγκη αποκατάστασης της οπίσθιας νωδότητας της άνω γνάθου με οδοντικά εμφυτεύματα. Είναι γνωστό ότι όταν δεν υφίσταται επαρκές οστούν, λόγω των φλεγμονών και της πνευμάτωσης του ιγμορείου,- που είναι μία εξελισσόμενη και δυναμική κατάσταση- ελαττώνεται το ύψος του φατνιακού οστού. Έτσι, προκύπτει η αναγκαιότητα να μεταμοσχεύσουμε οστούν στην περιοχή αυτή, ώστε να δημιουργήσουμε υποδομή να δεχθεί οστεοενσωματούμενα εμφυτεύματα.

Πότε ξεκίνησε η προσπάθεια αυτή;

Η προσπάθεια αυτή στην Ελλάδα ξεκίνησε την προηγούμενη δεκαετία.

Ο στόχος είναι να μεταμοσχευθεί οστούν στο έδαφος του γναθιαίου άντρου και να αυξηθεί το ύψος της φατνιακής ακρολοφίας. Αυτό γίνεται με την εξής μέθοδο: Με την έκπτυξη ενός ολικού πάχους κρημνού δημιουργούμε ένα παράθυρο προστομιακά, παρειακά δηλαδή στο οστικό πέταλο και αναγνωρίζεται η μεμβράνη του ιγμορείου, ώστε να μπορούμε να την απομονώσουμε και να την μεταθέσουμε με προσοχή προς τα επάνω, σε όλη την έκταση του έδαφους του ιγμορείου άντρου. Έτσι δημιουργείται μία κοιλότητα το έδαφος της οποίας είναι οστικό και η οροφή της είναι μία μεμβράνη αρραγής. Σε αυτό τον κλειστό χώρο τοποθετείται το οστικό μόσχευμα. Ο χρόνος της επούλωσης εξαρτάται από το είδος του μοσχεύματος. Ετσι μετά απο 5-12 μήνες μπορούν να τοποθετηθούν τα εμφυτεύματα στο ώριμο οστούν που έχει προκύψει απο την επέμβαση. Η μέθοδος αυτή είναι πολύ καλά τεκμηριωμένη και προβλέψιμη προσφέροντας ίσως την καλύτερη λύση στα περιστατικά της οπισθίας νωδότητας της άνω γνάθου με ένδεια οστικού υποστρώματος.

Ποια είναι η χειρουργική τεχνική που χρησιμοποιείται σήμερα περισσότερο;

Η τεχνική ήδη περιγράφτηκε αδρά παραπάνω και έχει ως εξής:

Κάνουμε μία τομή ακριβώς στην ακρολοφία της οπισθίας νωδότητας, εκπτύσσουμε ένα κρημνό προστομιακά με ευρεία βάση, αφαιρούμε το προστομιακό πέταλο με μια στρογγύλη φρέζα Νο 8 σε ικανοποιητικό επίπεδο, ώστε να μπορούμε να επισκεφθούμε την μεμβράνη χωρίς να την τραυματίσουμε.

Με ειδικά εργαλεία στη συνέχεια ξεκολλάμε την μεμβράνη από την περιφέρεια του οστικού παραθύρου εσωτερικά, με ανάλογο τρόπο που παρασκευάζουμε μία κύστη από μία γνάθο, με ιδιαίτερη προσοχή ώστε να μην διατριθεί η μεμβράνη, προχωράμε στο οστικό έδαφος του ιγμορείου, ώστε να ανυψωθεί η μεμβράνη και να απωθηθεί προς τα πάνω και έσω, και αφού την κινητοποιήσουμε ικανοποιητικά, αυτή πτυχώνεται στην οροφή της.

Υπάρχει πιθανότητα να τραυματιστεί η μεμβράνη και να δημιουργηθεί οπή. Στην περίπτωση αυτή αν η οπή αυτή είναι μικρή, κάνουμε ακόμα μεγαλύτερη την μετάθεση της μεμβράνης, δηλαδή επεκτείνουμε όσο γίνεται περισσότερο την απώθησή της, γιατί με τον τρόπο αυτό πτυχώνεται περισσότερο η μεμβράνη και η οπή κλείνει μόνη της.

Αν διαπιστώσουμε μία τέτοια οπή και η οπή αυτή είναι μικρή, εκτός του ότι επεκτείνουμε ακόμη περισσότερο την απώθηση της μεμβράνης, χρησιμοποιούμε επίσης και μία μεμβράνη κολλαγόνου πριν τοποθετήσουμε το μόσχευμά μας.

Αυτό προστατεύει την μετανάστευση του μοσχεύματος στο ιγμόρειο ή επίσης την πιθανή επιμόλυνσή του. Αυτή είναι μία πρακτική χειρουργική τεχνική, που αποδεικνύεται πολύ αποτελεσματική.

Μετά την καλή ανύψωση της μεμβράνης και την βεβαιότητα ότι η μεμβράνη είναι ακέραια, τοποθετούμε το μόσχευμα που έχουμε στη διάθεσή μας με την έννοια της συμπύκνωσης χρησιμοποιώντας αντίστοιχα εργαλεία συμπύκνωσης με κατεύθυνση από το έδαφος του ιγμορείου προς τα κάτω και πίσω και άνω. Τέλος ράβουμε το βλεννογονοπεριόστεο με ράμματα Nylon 4-0.

Ένα ακέραιο περιόστεο που έρχεται και καλύπτει πλήρως το οστικό παράθυρο και το αυτογενές μόσχευμα που έχουμε τοποθετήσει δεν απαιτεί τοποθέτηση κανενός άλλου υλικού όπως μεμβράνες κολλαγόνου που ενίοτε χρησιμοποιούνται.

pic1apic1b
pic2apic2b
pic2c pic2d
pic3a pic3b
pic4a pic4b

Θεωρείτε ότι την επέμβαση αυτή πρέπει να την κάνει ένας εξειδικευμένος ιατρός ή μπορεί και ο κατάλληλα εκπαιδευμένος γενικός οδοντίατρος να την κάνει;

Η οποιαδήποτε επέμβαση μπορεί να γίνει από οποιονδήποτε συνάδελφο εκπαιδευμένο, ο οποίος αφενός μεν έχει επάρκεια να την ολοκληρώσει εγχειρητικά με τους κανόνες της χειρουργικής και της βιολογίας, αλλά και αφετέρου να μπορεί να λύσει όλα τα προβλήματα που θα προκύψουν μετεγχειρητικά.

Σε ποιες περιπτώσεις αντενδείκνυται;

Η επέμβαση αντενδείκνυται σε όλους αυτούς τους ασθενείς που πάσχουν από συστηματικά παθολογικά προβλήματα. Ο διαβητικός ασθενής που έχει ένα επίπεδο σακχάρου καλά ελεγχόμενο, είναι σχετική αντένδειξη, μπορούμε γενικά να επέμβουμε σε αυτόν. Επίσης υπάρχουν αντενδείξεις σε ό,τι αφορά το θέμα του καπνίσματος. Δεν αποκλείουμε ουσιαστικά τους καπνιστές, τους συνιστούμε όμως να περιορίσουν το κάπνισμα όσο γίνεται, κυρίως κατά την περίοδο της επούλωσης. Υπάρχουν βέβαια συνάδελφοι που τους αποκλείουν τελείως, με το σκεπτικό ότι η νικοτίνη παρεμβαίνει στον επουλωτικό μηχανισμό του οστού και γενικότερα του οργανισμού, με αποτέλεσμα να ενδέχεται να δημιουργηθεί πρόβλημα καλής έκβασης του αποτελέσματος τόσο του μοσχεύματος, όσο και των ιστών.

Ποια μοσχεύματα χρησιμοποιούνται σήμερα περισσότερο;

Προσωπικά είμαι θιασώτης των αυτογενών μοσχευμάτων, δηλαδή μοσχευμάτων που λαμβάνονται από τον ίδιο τον ασθενή, γιατί τα μοσχεύματα αυτά παρέχουν και οστικά κύτταρα (οστεοβλάστες) και όλη την οστική υποδομή (τον σκελετό δηλαδή που χρειάζεται ένα μόσχευμα). Επίσης παρουσιάζουν μεγάλη αμυντική ικανότητα ακόμη και αν εκτεθούν στο μικροβιακό περιβάλλον του στόματος.

Επίσης μπορούν να χρησιμοποιηθούν μοσχεύματα ετερογενή.